ἀμπελίωνας

ἀμπελίωνας
ἀμπελίων
singing bird
masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αμπελιώνας — ο [αμπέλι] ο αμπελώνας* …   Dictionary of Greek

  • Γιαννόπουλος — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αναγνώστης. Πρόκριτος της Αμπελιώνας της Ολυμπίας και Φιλικός. Πολέμησε στις επιχειρήσεις της Καρύταινας, του Λάλα και της Τρίπολης, ως φροντιστής του στρατοπέδου. Πήρε επίσης μέρος στις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης… …   Dictionary of Greek

  • Είρας, δήμος — Νέος δήμος (997 κάτ.) του νομού Μεσσηνίας, που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τις πρώην κοινότητες Αγίου Σώστου, Αμπελιώνας, Κακαλετρίου, Νέδας, Πέτρας, Σκληρού, Στασίμου και Συρρίζου, οι οποίες καταργήθηκαν. Έδρα του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”